728x90 AdSpace

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ

Ads[none]

Ads[none]

20 Ιανουαρίου 2017

Σύνδρομο του Μονάχου στην πολιτική Αναστασιάδη

Στην εναρκτήρια ομιλία του στην Τριμερή Διάσκεψη της Γενεύης, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβουσογλου, έθεσε ωμά και απροκάλυπτα, υπό τη μορφή προϋποθέσεων για «λύση», τέσσερις αδιάλλακτες τουρκικές θέσεις:

α) Εγγυήσεις από την Τουρκία, ανεξάρτητα από αλλαγές και εκσυγχρονισμούς, που μπορούν να γίνουν στο σύστημα εγγυήσεων. Απέρριψε προκλητικά οποιαδήποτε ιδέα ευρωπαϊκών εγγυήσεων, που θα μπορούσαν θεωρητικά να υποκαταστήσουν τις εγγυήσεις των Συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου.

β) Παραμονή μέρους του τουρκικού κατοχικού στρατού στην Κύπρο και μετά τη «λύση».

γ) Ολόκληρο το πακέτο των συμφωνιών για λύση του Κυπριακού να γίνει δεκτό από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως πρωτογενές ευρωπαϊκό δίκαιο. Με άλλα λόγια, να εξαιρείται, όπου χρειάζεται, από τις ευρωπαϊκές αρχές και το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Η τουρκική πλευρά γνωρίζει ότι όσα προτείνει και διεκδικεί δεν συμβιβάζονται με τις ευρωπαϊκές αρχές και το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Αναπόσπαστο μέρος του τελευταίου αποτελεί σήμερα και ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με βάση σχετική πρόνοια της Ευρωπαϊκής Συνθήκης της Λισσαβώνος. Επιδιώκει επομένως η τουρκική πλευρά να καταστήσει συμβατό με την Ευρωπαϊκή Ένωση το πακέτο της λύσεως και να το κατοχυρώσει εκ των προτέρων έναντι οποιασδήποτε νομικής προσφυγής εναντίον του ή αμφισβητήσεώς του.

δ) Να αναγνωρισθούν στην Τουρκία, στο πλαίσιο της «λύσεως», οι τέσσερις ευρωπαϊκές ελευθερίες που αναγνωρίζονται για όλες τις χώρες μέλη: η ελεύθερη διακίνηση, η ελεύθερη εγκατάσταση, το δικαίωμα περιουσίας και η ελεύθερη οικονομική δραστηριότητα δηλαδή. Η Άγκυρα προβάλλει ως επιχείρημα τον ισχυρισμό ότι οι Τούρκοι υπήκοοι πρέπει να έχουν στην Κύπρο τα ίδια δικαιώματα που έχουν και οι Έλληνες υπήκοοι για λόγους δήθεν «ισορροπίας»! Οι τελευταίοι όμως έχουν τα δικαιώματα αυτά ως υπήκοοι χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως της οποίας δεν είναι μέλος η Τουρκία. Ο πληθυσμός επίσης της Ελλάδος είναι μικρός και η χώρα τελεί σε δημογραφική κρίση. Η Ελλάδα κατά συνέπεια δεν μπορεί να διαταράξει σοβαρά τους δημογραφικούς συσχετισμούς της Κύπρου σε περίπτωση μόνιμης εγκατάστασης εκεί μεγάλου αριθμού Ελλήνων υπηκόων. Αντιλαμβάνεται κανείς, αντιθέτως, τι θα γινόταν στην Κύπρο εάν γίνονταν δεκτές οι τουρκικές αξιώσεις και μπορούσε να διακινείται, να εγκαθίσταται και να δραστηριοποιείται οικονομικά ο όγκος των 73 εκατομμυρίων Τούρκων υπηκόων στη Μεγαλόνησο. Αυτό θα ήταν από μόνο του αρκετό για την πλήρη τουρκοποίηση ολόκληρης της Κύπρου μέσα σ' ελάχιστο χρόνο.

Ακραίες δηλώσεις του σουλτάνου

Οι θέσεις αυτές που εξεφράσθησαν από τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών συμπληρώθηκαν, αμέσως μετά το τέλος της Διασκέψεως, από ανάλογες δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν. Ο τελευταίος, με το γνωστό, ακραίο και προκλητικό ύφος του, δήλωσε, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, ότι «ο στρατός μας δεν φεύγει από την Κύπρο». Δήλωσε επίσης ότι «έχουμε πει ξεκάθαρα στην Κύπρο και στην Ελλάδα ότι δεν πρέπει να περιμένουν λύση χωρίς την Τουρκία εγγυήτρια δύναμη. Θα είμαστε εκεί για πάντα». Αναφέρθηκε ειδικότερα σε τέσσερα επίμαχα θέματα: στην επιστροφή της Αμμοχώστου, στην τουρκική αξίωση για εκ περιτροπής Προεδρία, στις εγγυήσεις και στην παραμονή τουρκικού στρατού και μετά τη «λύση». Αναφερόμενος δε στην περίκλειστη, κατεχόμενη πόλη της Αμμοχώστου, ο Ταγίπ Ερντογάν συνέδεσε την επιστροφή της με νέες τουρκικές αξιώσεις για σύνδεση της κατεχόμενης Μόρφου με τον τουρκοκυπριακό θύλακα των Κόκκινων, που βρίσκεται στις ελεύθερες περιοχές. Με άλλα λόγια, ο Τούρκος Πρόεδρος απορρίπτει την επιστροφή της Μόρφου, που αποτελεί για την ελληνική πλευρά προαπαιτούμενο για λύση, και θέτει επιπλέον νέες εδαφικές διεκδικήσεις στις ελεύθερες περιοχές. Επιδεικνύει επίσης πλήρη αδιαλλαξία στο θέμα της μειώσεως του ποσοστού των ακτών που ελέγχει η τουρκική πλευρά, το οποίο ανέρχεται σήμερα στο 55%. Σε ό,τι αφορά στην Αμμόχωστο, πρέπει να γίνει η υπενθύμιση ότι, με βάση τις Συμφωνίες Υψηλών Αρχών Κυπριανού - Ντενκτάς του 1977 και το Ψήφισμα 790 του Συμβουλίου Ασφαλείας του OHE, η Αμμόχωστος θα έπρεπε να επιστραφεί στην ελληνική πλευρά πριν από τη λύση του Κυπριακού, ως χειρονομία καλής θελήσεως. Ο σημερινός Κύπριος Πρόεδρος υπεχώρησε, δυστυχώς, και σε αυτό το θέμα και δέχθηκε την ένταξη της Αμμοχώστου στις διαπραγματεύσεις για το Εδαφικό, επιτρέποντας στην τουρκική πλευρά να το αναγάγει σε όπλο εκβιασμού, όπως και τη Μόρφου. Θα πρέπει επιπλέον να σημειωθεί ότι η συζητούμενη περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου περιλαμβάνει μόνο το 16,4% της πόλεως. Το υπόλοιπο, πολύ μεγαλύτερο μέρος έχει εποικισθεί από Τουρκοκυπρίους και εποίκους.

Απ' το κακό στο χειρότερο...


Σε ό,τι αφορά στην εκ περιτροπής Προεδρία που διεκδικεί η τουρκική πλευρά, συνδέοντας τη με τη Μόρφου, ο Ταγίπ Ερντογάν ανέβασε τον πήχυ από το 1 προς 4 (μία, δηλαδή, τουρκική Προεδρία έναντι τεσσάρων ελληνικών) στο 1 προς 2. Η τουρκική πλευρά διεκδικεί την εκ περιτροπής Προεδρία ως σύμβολο και κορωνίδα της λεγόμενης «πολιτικής ισότητας» μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Η «πολιτική ισότητα» θα κατέληγε, βεβαίως, σε υποδούλωση της ελληνικής πλειοψηφίας στην τουρκική μειοψηφία και μέσω αυτής στην Άγκυρα. Η «πολιτική ισότητα» έγινε κατ' αρχήν δεκτή από την ελληνική πλευρά επί Προεδρίας Βασιλείου, με άλλοθι τις διαβεβαιώσεις και τη νομική ερμηνεία των Ηνωμένων Εθνών ότι δεν θα σήμαινε αριθμητική ισότητα, αλλά αποτελεσματική συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων στην εξουσία. Η τουρκική πλευρά όμως, χρησιμοποιώντας συνεχώς ως όπλο εκβιασμού το Εδαφικό, προσπαθεί να προσδώσει στην πολιτική ισότητα χαρακτήρα διαμοιρασμού εξ ημισείας (50% - 50%) της εξουσίας. Σ' αυτό το πλαίσιο εντάσσει και την εκ περιτροπής Προεδρία. Ο σημερινός Πρόεδρος αρνείται επισήμως ότι δέχθηκε και την εκ περιτροπής Προεδρία, που αποτελεί ανάθεμα για την ελληνική πλευρά. Φαίνεται όμως ότι τη διαπραγματεύεται μυστικά σε συσχετισμό με τη Μόρφου. Υπάρχουν επίσης πληροφορίες ότι, στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις με την τουρκοκυπριακή πλευρά στη Γενεύη, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης προέβη σε νέες υποχωρήσεις στο θέμα της «πολιτικής ισότητας», αποδεχόμενος αριθμητική ισότητα σε μια πρόσθετη σειρά δομών και οργάνων της ομοσπονδιακής εξουσίας.

Ως προς τα δύο άλλα καίρια θέματα, των εγγυήσεων, δηλαδή, και της παραμονής τουρκικών στρατευμάτων και μετά τη «λύση», ο Τούρκος Πρόεδρος μίλησε για το πρώτο με όρους, όπως αναφέρθηκε, αιωνιότητας. Η Τουρκία δεν δέχεται οποιαδήποτε υποκατάσταση των δικών της εγγυήσεων. Για το δεύτερο ήταν πιο αόριστος σε μια αποστροφή του, αλλά καθόλου λιγότερο σαφής. Δεν είναι δυνατόν, είπε, άλλες δυνάμεις να διατηρούν στρατεύματα στην Κύπρο και να ζητούν την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων.

Από τους «καλοθελητές», πρώτος ο γενικός γραμματέας του ΑΚΕΛ, Άντρος Κυπριανού, ο οποίος ευθυγραμμίζεται πλήρως με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη σε ενδοτισμό και στην πολιτική της όποιας «λύσεως», έσπευσε να δει θετικά στοιχεία στη δήλωση Ερντογάν, δίνοντας αυθαιρέτως την ερμηνεία ότι αυτή αναφέρεται στην Ελληνική Δύναμη Κύπρου (ΕΛΔΥΚ)! Ο Ερντογάν όμως προφανώς και δεν αναφέρεται στην ΕΛΔΥΚ, αλλά στις βρετανικές βάσεις. Δεν είναι, άλλωστε, η πρώτη φορά που το κάνει. Γιατί να έχουν οι Βρετανοί βάσεις στην Κύπρο και όχι εμείς αναρωτήθηκε ανοικτά σε προηγούμενη του δήλωση. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διεκδικεί τουρκική στρατιωτική βάση στην Κύπρο ως εγγύηση για τους Τουρκοκυπρίους αλλά και για την ασφάλεια, όπως διαχρονικά ισχυρίζεται η Άγκυρα, των νοτιοανατολικών προσβάσεων της Τουρκίας. Αυτές τις ιδέες και προτάσεις μετέφερε στον τέως Αμερικανό αντιπρόεδρο Μπάιντεν ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2016 στη Νέα Υόρκη. Ο τελευταίος τις διαβίβασε στον Κύπριο Πρόεδρο και στην ελληνική κυβέρνηση, ασκώντας ταυτόχρονα πιέσεις για αποδοχή τους. Διαπραγματευθείτε, είπε στον Έλληνα πρωθυπουργό, πάνω στη βάση αυτή και προτείνετε να έχετε κι εσείς μια αντίστοιχη στρατιωτική βάση στον Νότο. Προφανώς, για τον Τζο Μπάιντεν η προσθήκη στην Κύπρο στρατιωτικών βάσεων από δύο άλλες ακόμη χώρες του NATO θα ενίσχυαν τον δυτικό έλεγχο πάνω στην Κύπρο, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τη Συρία, στην οποία έχει παγιωθεί η ρωσική επιρροή και στρατιωτική παρουσία.

Παράδοξη και επικίνδυνη αισιοδοξία στη Λευκωσία

Υπό τις παραπάνω συνθήκες, προκαλεί έκπληξη και απορία η τακτική της φυγής προς τα εμπρός του Προέδρου Αναστασιάδη, ο οποίος αυτονομήθηκε πλήρως από την Αθήνα και ουσιαστικά ρυμουλκεί την τελευταία στην πολιτική του. Ήδη, με τη τακτική αυτή, ανέτρεψε το διπλωματικό πλαίσιο του Κυπριακού και το εγκλώβισε στην Πενταμερή, που ήταν πάντα η θέση και η διεκδίκηση της τουρκικής πλευράς.

Η εξέλιξη αυτή αποτελεί τεράστια επιτυχία της Τουρκίας, γιατί, πρώτον, έχει σ' αυτή συνομιλητή όχι την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά την ελληνοκυπριακή κοινότητα. Είναι ενδεικτικό σε σημειολογικό επίπεδο το γεγονός ότι ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών δεν είχε τη φορά αυτή, στη Γενεύη, κανένα πρόβλημα να χαιρετίσει διά χειραψίας και να συνομιλήσει με τον Κύπριο Πρόεδρο. Τον αντιμετώπιζε όχι ως Πρόεδρο της Κύπρου, αλλά ως ηγέτη της ελληνοκυπριακής κοινότητας. Γιατί, δεύτερον, η Κύπρος ανεγνώρισε πάλι επισήμως την Τουρκία ως δήθεν εγγυήτρια δύναμη, όταν αυτή παρεβίασε και εξακολουθεί να παραβιάζει τη Συνθήκη Εγγυήσεως με τη συνεχιζόμενη κατοχή και τη δημιουργία του ψευδοκράτους. Ακόμη και να δεχόταν κανείς την τουρκική ερμηνεία της Συνθήκης Εγγυήσεως, ότι, δηλαδή, η Τουρκία είχε δικαίωμα επεμβάσεως, ο στόχος της τελευταίας θα έπρεπε να είναι η αποκατάσταση της προηγούμενης καταστάσεως (status quo ante) και όχι η κατοχή και η de facto διχοτόμηση του νησιού.

Το να ισχυρίζεται ο Νίκος Αναστασιάδης ότι έφερε για πρώτη φορά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την Τουρκία και τη «στρίμωξε» να συζητήσει τα θέματα των εγγυήσεων και της ασφάλειας είναι συγκάλυψη της δικής του υποχωρήσεως και παραπλάνηση της κοινής γνώμης. Ποτέ η Τουρκία δεν είχε πρόβλημα να συμμετάσχει σε Πενταμερή Διάσκεψη. Απεναντίας, αυτό ακριβώς πάντοτε ζητούσε.

Η ελληνική πλευρά το απέρριπτε και ζητούσε Διεθνή Διάσκεψη, ακριβώς για να συμμετάσχει σ' αυτή η Κύπρος ως Κυπριακή Δημοκρατία και όχι ως κοινότητα και για να συμμετάσχουν σ' αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του OHE (ΗΠΑ, Ρωσία, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Κίνα). Η EE συμμετείχε τώρα στη Γενεύη ως παρατηρητής. Εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση συμμετείχε σε μια πραγματικά Διεθνή Διάσκεψη, ως πλήρες μέρος, δεν θα μπορούσε να περιορισθεί σε ρόλο Πόντιου Πιλάτου, όπως συμβαίνει σήμερα. Θα ήταν υποχρεωμένη να έχει άποψη επί της ουσίας των θεμάτων, δεδομένων ότι, πρώτον, η Κύπρος είναι χώρα μέλος, δεύτερον, ότι ο σεβασμός του ευρωπαϊκού κεκτημένου είναι υποχρέωση όλων των χωρών μελών και, τρίτον, ότι το κατεχόμενο μέρος της Κύπρου είναι ευρωπαϊκό έδαφος, εφόσον έχει ενταχθεί στην EE το έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως νομικής οντότητας, στο σύνολο του. Η παρουσία επίσης των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας περιλαμβανομένων των τριών φιλικών προς την Κύπρο δυνάμεων, της Ρωσίας της Κίνας και της Γαλλίας, δεν θα επέτρεπε στην τέως Αμερικανίδα υφυπουργό Βικτόρια Νούλαντ να τηλεκατευθύνει, σε συνεργασία με τη Μεγάλη Βρετανία, τη Διάσκεψη για την εφαρμογή συγκεκριμένου αμερικανικού σεναρίου, που εμπνέεται από τη γνωστή, έντονα αντιρωσική αμερικανική γεωπολιτική στην περιοχή της γραμμής Ομπάμα Κλίντον. Τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας θα ήταν επίσης σε θέση ν' ασκήσουν πραγματικές πιέσεις στην Άγκυρα και να καθορίσουν ένα άλλο πλαίσιο για την αναζήτηση αποδεκτής και βιώσιμης λύσεως. Ποιος θα ασκούσε πιέσεις στην Άγκυρα στο πλαίσιο της Πενταμερούς της Γενεύης; Η Κυπριακή Δημοκρατία, που αυτοϋποβιβάσθηκε σε κοινότητα; Η Μεγάλη Βρετανία, που από την αρχή του Κυπριακού συμπράττει με την Τουρκία και συνεργάζεται, βεβαίως, στενά με τις ΗΠΑ; Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που έγινε δεκτή μόνο ως παρατηρητής; Τα Ηνωμένα Έθνη, η Πολιτική Γραμματεία των οποίων είναι γνωστό ότι ελέγχεται στενά από τον αγγλοαμερικανικό παράγοντα, όπως ελεγχόταν επίσης μέχρι τώρα και ο απελθών γενικός γραμματέας Μπαν Κι Μουν;

Ευκαιρίες που χάθηκαν

Η έλευση ενός νέου, Ευρωπαίου γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, του Πορτογάλου Αντόνιο Γκουτιέρες, όπως επίσης και ενός νέου Προέδρου στις ΗΠΑ ήταν ευκαιρία για την ελληνική πλευρά προκειμένου να προβεί σε μια επανεκτίμηση της καταστάσεως και της πολιτικής της στο Κυπριακό. Ποιο λόγο είχε και έχει η ελληνική πλευρά να επισπεύδει για δήθεν «λύση» του Κυπριακού, όταν η Άγκυρα παραμένει πλήρως αδιάλλακτη και όταν το πλαίσιο στο οποίο η ίδια κακώς συμφώνησε μοιάζει με σημαδεμένη τράπουλα σε βάρος της;

Ο Κύπριος Πρόεδρος οι «λιβανιστές» του κόμματός του και οι στρατηγικοί του σύμμαχοι της ηγεσίας του ΑΚΕΛ προβάλλουν και άλλες επιτυχίες για να συγκαλύψουν την πολιτική πλήρους συνθηκολογήσεως που σηματοδοτήθηκε μετά το μοιραίο δείπνο της 1ης Δεκεμβρίου. Για πρώτη φορά, υποδεικνύουν, κατατέθηκε ο χάρτης από την τουρκική πλευρά που βρίσκεται εντός των συμφωνημένων, κατά τις διαπραγματεύσεις ποσοστών (29,2%). Κατέθεσε όμως χάρτη και η ελληνική πλευρά (28,2%), με τον οποίο αναγνωρίζει, στο ποσοστό αυτό, την κατεχόμενη Κύπρο ως επικράτεια των Τουρκοκυπρίων. Η κίνηση αυτή δεν είναι καθόλου ασήμαντη, γιατί παραγράφεται σιωπηρά η κατοχή, ενώπιον, μάλιστα, των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και γιατί υποσκάπτεται η διεθνής υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η κατάθεση του χάρτη δεν υπερβαίνει οποιαδήποτε τουρκική διαπραγματευτική γραμμή. Αφήνει, αντιθέτως, ανοικτά προς διαπραγμάτευση όλα τα κρίσιμα θέματα και τα συνδέει με την αξίωση για εκ περιτροπής Προεδρία και με τα θέματα της ασφάλειας και των εγγυήσεων. Με «δόλωμα» και εκβιασμό το Εδαφικό, η τουρκική πλευρά απέσπασε τη διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα. Συνεχίζοντας την ίδια τακτική, επιχειρεί να αποσπάσει την αποδοχή των θέσεών της και στα υπολειπόμενα θέματα. Είναι τραγικό οι υπεύθυνοι για την περιαγωγή του Κυπριακού σε μια τέτοια κατάσταση, που αφήνει ως μόνη διέξοδο νέες ελληνικές υποχωρήσεις, να εκβάλλουν επιπλέον κραυγές για δήθεν επιτυχία για να συγκαλύψουν τις κατά κράτος υποχωρήσεις τους.

Ακολουθούν το σενάριο Νούλαντ

Η σπουδή για δήθεν «λύση» του Κυπριακού εκπορεύεται από τη γραμμή Ομπάμα Κλίντον και είχε ως εκτελεστικό διαχειριστή την πρώην πια υφυπουργό Βικτόρια Νούλαντ. Αυτή ποδηγέτησε τις τελευταίες εξελίξεις στο Κυπριακό, υπό την τυπική αι γίδα του OHE και με εκπρόσωπο τον ειδικό σύμβουλο για το Κυπριακό του γ.γ. του OHE, Έσπεν Μπαρθ Άιντα. Δεν θα αρκούσαν όμως οι πλεκτάνες και οι ραδιουργίες του Άιντα ούτε και η θέληση της Νούλαντ, αν δεν υπήρχαν στη Λευκωσία οι πρόθυμοι ανταποκριτές, που υπολαμβάνουν το αμερικανικό ενδιαφέρον ως ευκαιρία για δήθεν «λύση», πάνω στα πρότυπα του Σχεδίου Ανάν που υπεστήριξαν στο παρελθόν.

Ο Κύπριος Πρόεδρος, συνεπικουρούμενος από την ηγεσία του κόμματός του και την ηγεσία του ΑΚΕΛ, έχει εγκλωβισθεί σε μια πολιτική ασύλληπτων υποχωρήσεων, που θέτει σε θανάσιμο κίνδυνο ολόκληρη την Κύπρο για πρώτη φορά από το 1974, υπό την επίφαση μιας δήθεν «λύσεως». Επενδύοντας μονόπλευρα και ολοκληρωτικά στον αμερικανικό παράγοντα, διετάραξε τη λεπτή ισορροπία που διεσφάλιζε στρατηγικά αναχώματα και διεθνή ερείσματα στην Κύπρο, ώστε να είναι σε θέση ν' αντιμετωπίσει πιέσεις και εκβιασμούς για απαράδεκτες υποχωρήσεις. Υποτιμώντας επίσης τα δυνατά χαρτιά της ελληνικής πλευράς, που είναι η Κυπριακή Δημοκρατία ως διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος, το δίκαιο του αγώνα εναντίον μιας ξένης κατοχής, η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα μεγάλα ενεργειακά αποθέματα της κυπριακής ΑΟΖ, οι περιφερειακές στρατηγικές συμμαχίες της Κύπρου με την Αίγυπτο και το Ισραήλ και η τεράστια στρατηγική σημασία της Κύπρου ως αβύθιστου αεροπλανοφόρου μπροστά στη Μέση Ανατολή, ο Νίκος Αναστασιάδης έκαψε κυριολεκτικά τα στρατηγικά χαρτιά της ελληνικής πλευράς με μια πολιτική μονόπλευρων υποχωρήσεων, μπροστά στις οποίες ωχριά κάθε προηγούμενο Μονάχου και Τσάμπερλεν.

Επιχειρεί επιπλέον εξαπάτηση του κυπριακού λαού, για να μην αντιληφθεί εγκαίρως την έκταση και τις συνέπειες των υποχωρήσεών του και το γεγονός ότι, στην περίπτωση που επιβληθεί η συζητούμενη λύση της διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, η Κυπριακή Δημοκρατία θα έχει καταλυθεί και ο Ελληνισμός της Κύπρου θα έχει περιέλθει σε μια ιδιότυπη τουρκική ομηρία και υποτέλεια, με ζοφερό το εθνικό του μέλλον.

Θα έχει συντελεσθεί επίσης μια τεράστια γεωπολιτική ανατροπή σε βάρος ολόκληρου του Ελληνισμού, χωρίς ουσιαστικά αποχρώντα λόγο. Θα έχουν κάνει πάλι το έργο τους η μικρόνοια, ο πολιτικός παραλογισμός και η ξένη εξάρτηση και χειραγώγηση. Η αμερικανική πολιτική στο Κυπριακό, ενός απελθόντος, μάλιστα, Προέδρου, εμπνέεται από τον φανατικό αντιρωσικό γεωπολιτικό ανταγωνισμό στην περιοχή. Επιδιώκει σε αδρές γραμμές τους παρακάτω στόχους:

α) να καταλύσει την Κυπριακή Δημοκρατία και να την υποκαταστήσει με ένα μόρφωμα που δεν θα έχει καμιά ουσιαστική ανεξαρτησία και κυριαρχία και θα καταντήσει δορυφόρημα της Τουρκίας.

β) Να προωθήσει, με το παράδειγμα της Κύπρου, τη στρατηγική σύζευξη Ελλάδος και Τουρκίας ώστε να συναποτελούν ενιαίο στρατηγικό χώρο υπό δυτικό έλεγχο. Είναι μια μόνιμη αμερικανική εμμονή, που καταλήγει σε βάρος της Ελλάδος.

γ) Να επιτύχει, μέσω μιας λύσεως στο Κυπριακό, τον προσεταιρισμό και την ενίσχυση των δεσμών της Άγκυρας με την Ευρώπη και τη Δύση, με ανταλλάγματα σε βάρος της Κύπρου και της Ελλάδος. Συγκεκριμένα:

- Λύση τουρκικών προδιαγραφών στην Κύπρο.

- Πρόσβαση στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την «πίσω πόρτα», μέσω του «ισοτίμου» τουρκοκυπριακού συνιστώντος κράτους, που έχει βέτο για την πολιτική και την ψήφο της Κύπρου.

- Συμμετοχή της Τουρκίας στα ενεργειακά αποθέματα της Ανατολικής Μεσογείου μέσω της ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου. Στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμισθεί ο κίνδυνος, όταν θα έχει καταλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, να πάρει η Τουρκία κυριολεκτικά ό,τι θέλει από την κυπριακή ΑΟΖ και μέσω αυτής να εισβάλει επίσης στην ΑΟΖ της Ελλάδος στην κρίσιμη περιοχή μεταξύ Κύπρου, Ελλάδος και Αιγύπτου. Το ενδεχόμενο αυτό δεν είναι καθόλου φανταστικό, γιατί μετά τη «λύση» του Κυπριακού θα τεθεί εκ των πραγμάτων θέμα οριοθετήσεως της ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και ομοσπονδιακής Κύπρου. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος θα συνταχθεί με τις τουρκικές απόψεις και διεκδικήσεις και είναι γνωστές ποιες είναι αυτές τόσο στην ΑΟΖ της Κύπρου όσο και στην ΑΟΖ της Ελλάδος.

Η αμερικανική πολιτική υποστηρίζει τη «συμμετοχή» της Τουρκίας στα ενεργειακά αποθέματα της Ανατολικής Μεσογείου, πρακτικά σε βάρος της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου, για να μην αποξενωθεί αυτή από τη Δύση και για να απεξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Να παραμείνει σταθερή η Αθήνα

Με τα δεδομένα αυτά, η Αθήνα έχει πολύ μεγάλες ευθύνες για το τι θα συμβεί στην Κύπρο. Η καταστροφή ήρθε το 1974 από τη χειραγώγηση της χούντας του Ιωαννίδη και με ψευδεπίγραφα συνθήματα. Τα ψευδεπίγραφα συνθήματα αναφέρονται σήμερα σε μια δήθεν «λύση», που συνιστά στην πραγματικότητα πλήρη συνθηκολόγηση της ελληνικής πλευράς και παράδοση ολόκληρης της Κύπρου στον τουρκικό στρατηγικό έλεγχο.

Η ελληνική πλευρά πρέπει να μένει σταθερή στη θέση της, ότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση με τουρκική στρατιωτική παρουσία στην Κύπρο και μετά τη λύση και με τουρκικές εγγυήσεις. Δεν μπορεί όμως να υπάρξει επίσης αποδεκτή και βιώσιμη λύση με την υποδούλωση της ελληνικής πλειοψηφίας στην τουρκική μειοψηφία και μέσω αυτής στην Άγκυρα.

Η ελληνική πλευρά πρέπει ν' απαγκιστρωθεί ευσχήμως από το πενταμερές πλαίσιο, στο οποίο την ενέπλεξαν οι αλόγιστες υποχωρήσεις του Προέδρου Αναστασιάδη. Με δεδομένη την τουρκική αδιαλλαξία, στο πλαίσιο αυτό είναι ολέθριο για την ελληνική πλευρά και δεν προσφέρει καμιά προοπτική για μια στοιχειωδώς δίκαιη και βιώσιμη λύση. Όταν δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια ανεκτή λύση, η Κύπρος δεν έχει κανένα λόγο να επισπεύδει. Καλύτερα να παραμείνει στο status quo, να διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού την Κυπριακή Δημοκρατία, να ενισχύσει τις περιφερειακές στρατηγικές συμμαχίες της, να αξιοποιήσει το φυσικό της αέριο και να ενισχύσει τη διεθνή της θέση, που θα της επιτρέψει να διαπραγματευθεί από ισχυρότερη θέση το εθνικό της πρόβλημα.

Περικλής Νέαρχος για τα Επίκαιρα
Σύνδρομο του Μονάχου στην πολιτική Αναστασιάδη Reviewed by on Παρασκευή, Ιανουαρίου 20, 2017 Rating: 5 Στην εναρκτήρια ομιλία του στην Τριμερή Διάσκεψη της Γενεύης, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβουσογλου, έθεσε ωμά και απροκάλυπ...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ads[none]